Όταν αναφερόμαστε στους Cabaret Balkan, το μυαλό μας πάει αυτομάτως σε ένα ατέρμονο πάρτι, με πολύ χορό, εξαιρετικές ερμηνείες, μίξεις ήχων cabaret, jazz, funk και παραδοσιακών. Δημιουργήθηκαν εν μέσω καφέδων, ποτών, συζητήσεων και όρεξης να δημιουργηθεί ένα χαρμάνι μουσικής και ηχοχρωμάτων με interactive διάθεση. Ο Βασίλης Κομματάς, ο Θάνος Σταυρίδης, ο Βασίλης Θέμελης, ο Γιάννης Ιωαννίδης, ο Ηλίας Κόζας και ο Θωμάς Κωστούλας αποτελούν την πιο συναρπαστική μπάντα που περιοδεύει την Ελλάδα και έχει ως βάση της τη Θεσσαλονίκη αποδεικνύοντας ότι αυτή η πόλη γεννά συνέχεια ενδιαφέροντα μουσικά δεδομένα.
Σαξόφωνα, κλαρίνα, τούμπες, κιθάρες, τύμπανα, μπάσα, ακορντεόν, όλα μαζί χορεύουν σε ένα ιδιότυπο καμβά που έχει αποκτήσει φανατικό κοινό όπου εμφανίζεται. Απολαύστε τους είτε με τους Άγαμοι Θύται (στις δύο τελευταίες παραστάσεις τους στο Ζυγό, στην Πλάκα, την Παρασκευή 7 και το Σάββατο 8 Ιανουαρίου, και μετά στη Θεσσαλονίκη), είτε κάθε Πέμπτη στη GaiaLive στη Θεσσαλονίκη. Μας μίλησαν ένα απόγευμα πριν την παράσταση των Αγάμων για όλα, με πολύ χιούμορ και κατασταλαγμένες απόψεις.
Θέλω να μου πείτε τι ρόλο έπαιξε ένας καφές στη Θεσσαλονίκη για τη δημιουργία της μπάντας.
Βασίλης Κομματάς: Ένας καφές δεν έπαιξε κανένα ρόλο. Καμιά διακοσαριά καφέδες όμως παίξανε πολλούς ρόλους. Αυτό δε που έπαιξε καθοριστικό ρόλο ήταν ένα ποτό μετά από μια παράσταση με την προηγούμενη μπάντα, τους Βόρειους Εταίρους. Είχε έρθει ο Νίκος Στεφανίδης να την δει, γνωριστήκαμε και στη συνέχεια γίναμε φίλοι. Σκεφτόμασταν λοιπόν, αρχικά, να αναβαθμίσουμε τους Βόρειους Εταίρους και μετέπειτα να δημιουργήσουμε ένα άλλο "όχημα", ένα άλλο σχήμα. Θυμάμαι συζητήσεις και ακούσματα απίστευτων ωρών. Κατασταλάξαμε σε ένα αποτέλεσμα το οποίο τελικά δεν είχε καμία σχέση. Ήταν πολύ χρονοβόρα η διαδικασία μέχρι να βρούμε το έμψυχο υλικό και να επανδρώσουμε την μπάντα, γιατί η μπάντα δεν ήταν σε αυτή τη μορφή που είναι σήμερα. Στην αρχή ήμασταν εγώ, ο Θάνος Σταυρίδης, ο Βασίλης Θέμελης και ο Lilo-Laurent Limeul, ένας Γάλλος τραγουδιστής και κιθαρίστας της Θεσσαλονίκης. Μετά από ένα οκτάμηνο μπήκε στα τύμπανα ο Γιάννης Ιωαννίδης. Στη θέση του Limeul ήρθε ο Ηλίας Κόζας που ήταν φαντάρος τότε και περιμέναμε να απολυθεί, ο Γιάννης ανέλαβε το ρόλο του μπάσου και στα τύμπανα ήρθε ο Θωμάς Κωστούλας. Είμαστε πολυπληθείς.
Hλίας Kόζας: Κινούμαστε όλοι μαζί.
Βασίλης Θέμελης: Είμαστε παρέα.
Θάνος Σταυρίδης: Και πίνουμε πολλούς καφέδες όλοι μαζί, μιας και ξεκίνησες με τους καφέδες.
B.K.: Τους οποίους μάλλον θα κόψουμε λόγω οικονομικής κρίσης.
Γιατί Cabaret Balkan;
Β.Κ: Θέλουμε να πιστεύουμε πως έχουμε δημιουργήσει εμείς αυτή τη στροφή, γιατί ήμασταν οι πρώτοι. Balkan γιατί σίγουρα τα στοιχεία που προσθέτουμε στα pop και στα rock κομμάτια έχουν βαλκανική ταυτότητα, που είναι και η ταυτότητα της μπάντας. Για κάποιους από εμάς η μουσική αυτή είναι βιωματική. Και η προηγούμενη μπάντα που παίζαμε, έπαιζε jazz αλλά αυτοσχεδίαζε Balkan. Και Cabaret λόγω της διάθεσης. και επειδή όλοι έχουμε όλοι φάτσες οι οποίες είναι...
Η.Κ: Χορευτικές.
ΒΚ: Όχι μόνο χορευτικές... Γράφουν ρε παιδί μου! Είναι ίσως και ένας απώτερος σκοπός, γιατί θέλουμε η μπάντα να έχει κι έναν πιο interactive χαρακτήρα, και είμαστε στην προσπάθεια να «ξεκλειδώσουμε» λίγο τους εαυτούς μας και πιστεύουμε πως θα γίνει. Νομίζω ότι συνοπτικά σε αυτές τις δυο λέξεις ενσωματώνεται όλη η ταυτότητα της μπάντας, ότι το Cabaret Balkan σηματοδοτεί όλο αυτό το crossroad που παίζουμε χωρίς να υπάρχει όριο σε κάτι.
Παλιά λέγαμε για μια Σχολή Θεσσαλονίκης που είχε βάση το rock και στην πορεία αυτό που ονομάστηκε «έντεχνο». Τώρα βγαίνουν συνέχεια μπάντες οι οποίες παίζουν jazz - funk. Θεωρείτε ότι αναγεννιέται η Σχολή της Θεσσαλονίκης;
Η.Κ: Δεν νομίζω πως αναγεννιούνται η μουσική και οι μουσικοί, αλλά το κοινό. Όπως τα παιδιά έπαιζαν στους Βόρειους Εταίρους, ο Γιάννης σε άλλες μπάντες ανάλογου ύφους, κι εγώ που είχα παλιότερα τους Mother Funkers στην Θεσσαλονίκη, αρχίσαμε σταδιακά και παίζαμε διαφορετικά είδη. Το κοινό ήταν πιο δύσκολο στην αρχή. Παρατηρώ ότι έχει ανοίξει το μυαλό του σε ακούσματα γύρω από το funk, Balkan, jazz.
Είστε υπέρ του downloading;
Β.Κ: Είμαστε όλοι υπέρ του downloading. Η μουσική είναι για να διαδίδεται, δεν είναι για να πωλείται. Ειδικά σε αυτές τις τιμές που έχουμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια και δεν έχουν καμία σχέση με τον κόσμο της παραγωγής.
Θ.Σ: Τα πνευματικά αγαθά, όπως είναι το αποτέλεσμα μιας ηχογράφησης, δεν είναι απαραίτητο να πωλούνται και να αγοράζονται και με αυτό τον τρόπο να πληρώνεται ο κόπος, βάζοντας μέσα όλους τους μεσάζοντες όπως είναι οι εταιρίες. Μπορεί ο πραγματικός κόπος μιας μπάντας να πληρωθεί με άλλο τρόπο, και όχι απαραίτητα με το να αγοραστεί το CD της που μπορεί ανά πάσα στιγμή να βρίσκεται στο internet.
H.K: Είμαστε κατά των δισκογραφικών.
Γιάννης Ιωαννίδης: Γενικά η τέχνη πρέπει να μοιράζεται. Είναι ανάγκη να ανοιχτεί όσο περισσότερο γίνεται. Να γίνει κυρίως τρόπος έκφρασης και όχι προϊόν εμπορευματοποίησης.
Β.Θ: Να είναι προσιτή στον κόσμο.
Β.Κ: Νομίζω πως υπάρχουν δυο μέτρα και δυο σταθμά. Από τη μια είναι όλοι οι μεγάλοι μουσουργοί και τραγουδοποιοί, που για αυτούς έχει νόημα να πουλήσουν, γιατί όταν κάνουν ένα δίσκο πουλάνε δέκα, είκοσι, εκατό ή διακόσιες χιλιάδες CD, και φυσικά παίρνουν κι ένα ποσό το οποίο προκύπτει από τα πνευματικά δικαιώματα. Υπάρχουν και οι υπόλοιπες μπάντες, οι οποίες μπορεί να είναι και πιο γνωστές από τους προηγούμενους οι οποίοι κάνουν ένα CD για ένα τελείως διαφορετικό λόγο, πιο πολύ ως κατάθεση μιας καινούργιας ιδέας ή μιας καινούργιας δουλειάς την οποία θέλουν να γνωστοποιήσουν στον κόσμο γιατί δεν ζουν πουλώντας το CD τους, όπως ζουν οι προηγούμενοι. Θέλουν το CD τους να είναι ένας προπομπός της δουλειάς τους, οπότε δεν τους ενδιαφέρει να εισπράξουν ή να πουλήσουν σε τιμές οι οποίες είναι 700% πάνω.
Η.Κ: Είναι αναπόφευκτο με την διάδοση του internet παγκοσμίως να συμβεί και το downloading. Ζούμε στην εποχή του internet, του υπολογιστή και πλέον το CD για μια μπάντα είναι απλά η βιτρίνα. Αυτό που είπε κι ο Βασίλης προηγουμένως. Θα δώσει μια καινούργια ιδέα. Δεν είναι αυτό που θα περιμένει η μπάντα για να έχει οικονομικές απολαβές. Είναι απλά η βιτρίνα για να προχωρήσει. Στην εποχή του internet όλα πια τα βιώνουμε εκεί μέσα.
Θ.Σ: Πάντως δεν ακυρώνει το ένα το άλλο. Δηλαδή έναν καλό δίσκο ο περισσότερος κόσμος πρώτα θα τον κατεβάσει από το internet και αν του αρέσει πραγματικά θα πάει να τον αγοράσει. Απλά έχεις περισσότερη και άμεση πρόσβαση σε πολύ μεγάλη μουσική γκάμα.
Πείτε μου για τη συνεργασία σας με τους Άγαμοι Θύται.
B.K: Η συνεργασία σχεδόν ξεκίνησε όταν ξεκίνησε και η μπάντα. Όταν στήναμε την μπάντα σε κάποιους από αυτούς τους καφέδες ήταν και ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης, ο οποίος έλεγε ότι αν γίνει κάτι καλό, όταν ξαναένωνε τους Άγαμους θα μας προσέθετε γιατί ήθελε κάτι που να προσέγγιζε τη νεολαία, και θα έφερνε μια τάση ανανέωσης. Έτσι όταν συνέβη αυτό, το συζητήσαμε, είδαν τις διασκευές μας στα κομμάτια των Αγάμων και προχωρήσαμε σε συνεργασία.
Πώς είναι το κοινό της Θεσσαλονίκης σε σχέση με το κοινό της Αθήνας και με το κοινό της επαρχίας;
Η.Κ: Η αλήθεια είναι πως η επαρχία διψάει πιο πολύ να ακούσει νέα πράγματα, αν και πολλές φορές μπορεί να είναι πιο αμήχανοι γιατί μπορεί να μην έχουν συνηθίσει να βλέπουν διαφόρων ειδών μπάντες. Η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη έχουν πιο standard κοινό, αλλά παίζει και με τις μέρες και τις συναυλίες.
Θ.Σ: Απ΄ την άλλη κατά κάποιο τρόπο είμαστε τυχεροί γιατί έχουμε μια πολύ θετική απήχηση όπου κι αν έχουμε παίξει, από τα Χανιά μέχρι την Κομοτηνή. Μας αγκαλιάζουν με θέρμη ακόμα και σε μέρη που ο ήχος μας είναι πολύ μακριά από αυτό που έχουν στα αυτιά τους.
Β.Κ: Η αλήθεια είναι πως το κοινό της Αθήνας είναι πιο καλά προετοιμασμένο, γιατί έχει δει κι έχει ακούσει πιο πολλά πράγματα οπότε ξέρουν και πώς να ''συμπεριφερθούν''. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως οι υπόλοιποι υστερούν.
Η.Κ: Σίγουρα συμφωνώ, απλά είναι κοινώς αποδεκτό εδώ και χρόνια ότι η επαρχία είναι πιο διψασμένη. Δεν τους δίνεται συχνά η ευκαιρία να παρακολουθήσουν κάτι καινούργιο όπως οι Αθηναίοι ή οι Θεσσαλονικείς.
Τα σχέδια σας;
Β.Κ: Καταρχάς είμαστε όλοι προβληματισμένοι με όλο αυτό που συμβαίνει. Η αλήθεια είναι πως είχαμε πολλούς στόχους, τους οποίους έχουμε αρχίσει να αναδιαρθρώνουμε γιατί αυτό που μας ενδιαφέρει πιο πολύ είναι να μπορέσουμε να πείσουμε τον κόσμο να μην σταματήσει να διασκεδάζει, να μην κλειστεί σπίτι του, να μην μείνει μέσα, να μην απομονωθεί, να μην αποξενωθεί.
Ναι αλλά αν κάποιος δεν έχει λεφτά είναι δύσκολο να βγει έξω. Ειδικά στα μεγάλα μαγαζιά όπου χρειάζονται ένα σεβαστό ποσό.
Β.Κ: Γενικά προσπαθούμε να ρίξουμε στο ελάχιστο και τις αμοιβές μας και την αμοιβή του μαγαζιού, ώστε να μπορούν να συμβούν αυτές οι όμορφες βραδιές που συνέβαιναν πέρσι. Υπάρχει μια απίστευτη μαυρίλα πάνω και μέσα μας, λόγω του πώς μας τα παρουσιάζουν. Δεν ξέρω κι εγώ τι από όλα αυτά είναι αλήθεια και τι όχι. Αυτό είναι που μας απασχολεί εμάς, να έρχονται να περνάνε καλά στην παράστασή μας.
Η.Κ: Δεν πρέπει κανείς να μιζεριάζει. Θετική σκέψη χρειάζεται.
Θ.Σ: Το καλό από αυτήν την υπόθεση είναι ότι το κοινό γίνεται πιο επιλεκτικό. Κρίνει με πιο σημαντικά κριτήρια και δεδομένα το τι θα δει. Αυτό το βλέπουμε, το καταλαβαίνουμε. Ανάμεσα στο καλό και στο μέτριο κοιτάει πόσα λεφτά έχει στην τσέπη του και αποφασίζει τι θα πάει να δει. Θα το σκεφτεί αλλιώς.
Β.Κ: Όλοι θα ζήσουμε, κι αυτοί με τα πολλά κι εμείς με τα λίγα.
Βασίλης Κομματάς: Ένας καφές δεν έπαιξε κανένα ρόλο. Καμιά διακοσαριά καφέδες όμως παίξανε πολλούς ρόλους. Αυτό δε που έπαιξε καθοριστικό ρόλο ήταν ένα ποτό μετά από μια παράσταση με την προηγούμενη μπάντα, τους Βόρειους Εταίρους. Είχε έρθει ο Νίκος Στεφανίδης να την δει, γνωριστήκαμε και στη συνέχεια γίναμε φίλοι. Σκεφτόμασταν λοιπόν, αρχικά, να αναβαθμίσουμε τους Βόρειους Εταίρους και μετέπειτα να δημιουργήσουμε ένα άλλο "όχημα", ένα άλλο σχήμα. Θυμάμαι συζητήσεις και ακούσματα απίστευτων ωρών. Κατασταλάξαμε σε ένα αποτέλεσμα το οποίο τελικά δεν είχε καμία σχέση. Ήταν πολύ χρονοβόρα η διαδικασία μέχρι να βρούμε το έμψυχο υλικό και να επανδρώσουμε την μπάντα, γιατί η μπάντα δεν ήταν σε αυτή τη μορφή που είναι σήμερα. Στην αρχή ήμασταν εγώ, ο Θάνος Σταυρίδης, ο Βασίλης Θέμελης και ο Lilo-Laurent Limeul, ένας Γάλλος τραγουδιστής και κιθαρίστας της Θεσσαλονίκης. Μετά από ένα οκτάμηνο μπήκε στα τύμπανα ο Γιάννης Ιωαννίδης. Στη θέση του Limeul ήρθε ο Ηλίας Κόζας που ήταν φαντάρος τότε και περιμέναμε να απολυθεί, ο Γιάννης ανέλαβε το ρόλο του μπάσου και στα τύμπανα ήρθε ο Θωμάς Κωστούλας. Είμαστε πολυπληθείς.
Hλίας Kόζας: Κινούμαστε όλοι μαζί.
Βασίλης Θέμελης: Είμαστε παρέα.
Θάνος Σταυρίδης: Και πίνουμε πολλούς καφέδες όλοι μαζί, μιας και ξεκίνησες με τους καφέδες.
B.K.: Τους οποίους μάλλον θα κόψουμε λόγω οικονομικής κρίσης.
Γιατί Cabaret Balkan;
Β.Κ: Θέλουμε να πιστεύουμε πως έχουμε δημιουργήσει εμείς αυτή τη στροφή, γιατί ήμασταν οι πρώτοι. Balkan γιατί σίγουρα τα στοιχεία που προσθέτουμε στα pop και στα rock κομμάτια έχουν βαλκανική ταυτότητα, που είναι και η ταυτότητα της μπάντας. Για κάποιους από εμάς η μουσική αυτή είναι βιωματική. Και η προηγούμενη μπάντα που παίζαμε, έπαιζε jazz αλλά αυτοσχεδίαζε Balkan. Και Cabaret λόγω της διάθεσης. και επειδή όλοι έχουμε όλοι φάτσες οι οποίες είναι...
Η.Κ: Χορευτικές.
ΒΚ: Όχι μόνο χορευτικές... Γράφουν ρε παιδί μου! Είναι ίσως και ένας απώτερος σκοπός, γιατί θέλουμε η μπάντα να έχει κι έναν πιο interactive χαρακτήρα, και είμαστε στην προσπάθεια να «ξεκλειδώσουμε» λίγο τους εαυτούς μας και πιστεύουμε πως θα γίνει. Νομίζω ότι συνοπτικά σε αυτές τις δυο λέξεις ενσωματώνεται όλη η ταυτότητα της μπάντας, ότι το Cabaret Balkan σηματοδοτεί όλο αυτό το crossroad που παίζουμε χωρίς να υπάρχει όριο σε κάτι.
Παλιά λέγαμε για μια Σχολή Θεσσαλονίκης που είχε βάση το rock και στην πορεία αυτό που ονομάστηκε «έντεχνο». Τώρα βγαίνουν συνέχεια μπάντες οι οποίες παίζουν jazz - funk. Θεωρείτε ότι αναγεννιέται η Σχολή της Θεσσαλονίκης;
Η.Κ: Δεν νομίζω πως αναγεννιούνται η μουσική και οι μουσικοί, αλλά το κοινό. Όπως τα παιδιά έπαιζαν στους Βόρειους Εταίρους, ο Γιάννης σε άλλες μπάντες ανάλογου ύφους, κι εγώ που είχα παλιότερα τους Mother Funkers στην Θεσσαλονίκη, αρχίσαμε σταδιακά και παίζαμε διαφορετικά είδη. Το κοινό ήταν πιο δύσκολο στην αρχή. Παρατηρώ ότι έχει ανοίξει το μυαλό του σε ακούσματα γύρω από το funk, Balkan, jazz.
Είστε υπέρ του downloading;
Β.Κ: Είμαστε όλοι υπέρ του downloading. Η μουσική είναι για να διαδίδεται, δεν είναι για να πωλείται. Ειδικά σε αυτές τις τιμές που έχουμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια και δεν έχουν καμία σχέση με τον κόσμο της παραγωγής.
Θ.Σ: Τα πνευματικά αγαθά, όπως είναι το αποτέλεσμα μιας ηχογράφησης, δεν είναι απαραίτητο να πωλούνται και να αγοράζονται και με αυτό τον τρόπο να πληρώνεται ο κόπος, βάζοντας μέσα όλους τους μεσάζοντες όπως είναι οι εταιρίες. Μπορεί ο πραγματικός κόπος μιας μπάντας να πληρωθεί με άλλο τρόπο, και όχι απαραίτητα με το να αγοραστεί το CD της που μπορεί ανά πάσα στιγμή να βρίσκεται στο internet.
H.K: Είμαστε κατά των δισκογραφικών.
Γιάννης Ιωαννίδης: Γενικά η τέχνη πρέπει να μοιράζεται. Είναι ανάγκη να ανοιχτεί όσο περισσότερο γίνεται. Να γίνει κυρίως τρόπος έκφρασης και όχι προϊόν εμπορευματοποίησης.
Β.Θ: Να είναι προσιτή στον κόσμο.
Β.Κ: Νομίζω πως υπάρχουν δυο μέτρα και δυο σταθμά. Από τη μια είναι όλοι οι μεγάλοι μουσουργοί και τραγουδοποιοί, που για αυτούς έχει νόημα να πουλήσουν, γιατί όταν κάνουν ένα δίσκο πουλάνε δέκα, είκοσι, εκατό ή διακόσιες χιλιάδες CD, και φυσικά παίρνουν κι ένα ποσό το οποίο προκύπτει από τα πνευματικά δικαιώματα. Υπάρχουν και οι υπόλοιπες μπάντες, οι οποίες μπορεί να είναι και πιο γνωστές από τους προηγούμενους οι οποίοι κάνουν ένα CD για ένα τελείως διαφορετικό λόγο, πιο πολύ ως κατάθεση μιας καινούργιας ιδέας ή μιας καινούργιας δουλειάς την οποία θέλουν να γνωστοποιήσουν στον κόσμο γιατί δεν ζουν πουλώντας το CD τους, όπως ζουν οι προηγούμενοι. Θέλουν το CD τους να είναι ένας προπομπός της δουλειάς τους, οπότε δεν τους ενδιαφέρει να εισπράξουν ή να πουλήσουν σε τιμές οι οποίες είναι 700% πάνω.
Η.Κ: Είναι αναπόφευκτο με την διάδοση του internet παγκοσμίως να συμβεί και το downloading. Ζούμε στην εποχή του internet, του υπολογιστή και πλέον το CD για μια μπάντα είναι απλά η βιτρίνα. Αυτό που είπε κι ο Βασίλης προηγουμένως. Θα δώσει μια καινούργια ιδέα. Δεν είναι αυτό που θα περιμένει η μπάντα για να έχει οικονομικές απολαβές. Είναι απλά η βιτρίνα για να προχωρήσει. Στην εποχή του internet όλα πια τα βιώνουμε εκεί μέσα.
Θ.Σ: Πάντως δεν ακυρώνει το ένα το άλλο. Δηλαδή έναν καλό δίσκο ο περισσότερος κόσμος πρώτα θα τον κατεβάσει από το internet και αν του αρέσει πραγματικά θα πάει να τον αγοράσει. Απλά έχεις περισσότερη και άμεση πρόσβαση σε πολύ μεγάλη μουσική γκάμα.
Πείτε μου για τη συνεργασία σας με τους Άγαμοι Θύται.
B.K: Η συνεργασία σχεδόν ξεκίνησε όταν ξεκίνησε και η μπάντα. Όταν στήναμε την μπάντα σε κάποιους από αυτούς τους καφέδες ήταν και ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης, ο οποίος έλεγε ότι αν γίνει κάτι καλό, όταν ξαναένωνε τους Άγαμους θα μας προσέθετε γιατί ήθελε κάτι που να προσέγγιζε τη νεολαία, και θα έφερνε μια τάση ανανέωσης. Έτσι όταν συνέβη αυτό, το συζητήσαμε, είδαν τις διασκευές μας στα κομμάτια των Αγάμων και προχωρήσαμε σε συνεργασία.
Πώς είναι το κοινό της Θεσσαλονίκης σε σχέση με το κοινό της Αθήνας και με το κοινό της επαρχίας;
Η.Κ: Η αλήθεια είναι πως η επαρχία διψάει πιο πολύ να ακούσει νέα πράγματα, αν και πολλές φορές μπορεί να είναι πιο αμήχανοι γιατί μπορεί να μην έχουν συνηθίσει να βλέπουν διαφόρων ειδών μπάντες. Η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη έχουν πιο standard κοινό, αλλά παίζει και με τις μέρες και τις συναυλίες.
Θ.Σ: Απ΄ την άλλη κατά κάποιο τρόπο είμαστε τυχεροί γιατί έχουμε μια πολύ θετική απήχηση όπου κι αν έχουμε παίξει, από τα Χανιά μέχρι την Κομοτηνή. Μας αγκαλιάζουν με θέρμη ακόμα και σε μέρη που ο ήχος μας είναι πολύ μακριά από αυτό που έχουν στα αυτιά τους.
Β.Κ: Η αλήθεια είναι πως το κοινό της Αθήνας είναι πιο καλά προετοιμασμένο, γιατί έχει δει κι έχει ακούσει πιο πολλά πράγματα οπότε ξέρουν και πώς να ''συμπεριφερθούν''. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως οι υπόλοιποι υστερούν.
Η.Κ: Σίγουρα συμφωνώ, απλά είναι κοινώς αποδεκτό εδώ και χρόνια ότι η επαρχία είναι πιο διψασμένη. Δεν τους δίνεται συχνά η ευκαιρία να παρακολουθήσουν κάτι καινούργιο όπως οι Αθηναίοι ή οι Θεσσαλονικείς.
Τα σχέδια σας;
Β.Κ: Καταρχάς είμαστε όλοι προβληματισμένοι με όλο αυτό που συμβαίνει. Η αλήθεια είναι πως είχαμε πολλούς στόχους, τους οποίους έχουμε αρχίσει να αναδιαρθρώνουμε γιατί αυτό που μας ενδιαφέρει πιο πολύ είναι να μπορέσουμε να πείσουμε τον κόσμο να μην σταματήσει να διασκεδάζει, να μην κλειστεί σπίτι του, να μην μείνει μέσα, να μην απομονωθεί, να μην αποξενωθεί.
Ναι αλλά αν κάποιος δεν έχει λεφτά είναι δύσκολο να βγει έξω. Ειδικά στα μεγάλα μαγαζιά όπου χρειάζονται ένα σεβαστό ποσό.
Β.Κ: Γενικά προσπαθούμε να ρίξουμε στο ελάχιστο και τις αμοιβές μας και την αμοιβή του μαγαζιού, ώστε να μπορούν να συμβούν αυτές οι όμορφες βραδιές που συνέβαιναν πέρσι. Υπάρχει μια απίστευτη μαυρίλα πάνω και μέσα μας, λόγω του πώς μας τα παρουσιάζουν. Δεν ξέρω κι εγώ τι από όλα αυτά είναι αλήθεια και τι όχι. Αυτό είναι που μας απασχολεί εμάς, να έρχονται να περνάνε καλά στην παράστασή μας.
Η.Κ: Δεν πρέπει κανείς να μιζεριάζει. Θετική σκέψη χρειάζεται.
Θ.Σ: Το καλό από αυτήν την υπόθεση είναι ότι το κοινό γίνεται πιο επιλεκτικό. Κρίνει με πιο σημαντικά κριτήρια και δεδομένα το τι θα δει. Αυτό το βλέπουμε, το καταλαβαίνουμε. Ανάμεσα στο καλό και στο μέτριο κοιτάει πόσα λεφτά έχει στην τσέπη του και αποφασίζει τι θα πάει να δει. Θα το σκεφτεί αλλιώς.
Β.Κ: Όλοι θα ζήσουμε, κι αυτοί με τα πολλά κι εμείς με τα λίγα.
Συνέντευξη: Φιλουμένα Ζλατάνου
πηγή: www.in2life.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου